Η Ιστορία της Ερεσού
Στην σημερινή τοποθεσία της Σκάλας Ερεσού το 11ο με 9ο αιώνα βρισκόταν η αρχαία πόλη της Ερεσού από αποίκους Αχαιούς ή ναυτικούς Αιολείς, το όνομα της το πήρε από τον Έρεσο γιο του μυθικού Βασιλιά Μάκαρου.
Η αρχαία πόλη εντοπίζεται στην ΒΑ περιοχή και πίσω από την Βίγλα που σήμερα ονομάζεται Ξώκαστρο. Τείχη σώζονται σήμερα σε διάφορα σημεία, πίσω από το Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα, πίσω από την Βίγλα και καταλήγουν μέχρι την περιοχή της Μινάβρας. Στον λόφο της Βίγλας σώζεται μια προελληνική πύλη, μισοκατεστραμένοι πύργοι ( Ενετικός και Τουρκικός ). Στο κέντρο σώζεται και μια Ρωμαϊκή δεξαμενή. Στο λιμάνι της Σκάλας μπορεί κάποιος να διακρίνει ακόμη τις αρχαίες λιμενικές εγκαταστάσεις. Σύμφωνα με μαρτυρίες επιγραφών και συγγραφέων στην αρχαία πόλη υπήρχαν, Αρχαία Αγορά, Αρχαίο Στάδιο, Θέατρο, Πρυτανείο και Ναοί. Ανασκαφές δεν έχουν γίνει παρά μόνο σε δύο Παλαιοχριστιανικές Βασιλικές.
Η πόλη αποτέλεσε σπουδαίο εμπορικό και ναυτικό κέντρο και τα εκλεκτά προϊόντα της έφταναν μέχρι την Αίγυπτο.
Η Ερεσός από την αρχαιότητα έως και τον 17ο αιώνα
-
Το 393 π.Χ. η Ερεσός επανέρχεται στην Αθηναϊκή Συμμαχία.
-
Το 387 π.Χ. η Ερεσός τάσσεται και πάλι με το μέρος των Σπαρτιατών.
-
Το 377 π.Χ. ενσωματώθηκε στη Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία.
-
Στα Ρωμαϊκά χρόνια η πόλη ακμάζει.
-
Το 740 μ.Χ. 4 Ιουλίου Ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Άγιος Ανδρέας, επιστρέφοντας από την Κωνσταντινούπολη, αποβιβάζεται καταβεβλημένος στις ακτές της Ερεσού και μετά από λίγο πεθαίνει. Θάβεται στον χώρο της εκκλησίας της Αγίας Αναστασίας και εορτάζεται πλέον ως πολιούχος.
-
Το 741 μ.Χ. Τα λείψανα της Αγίας Ευφημίας βγαίνουν στην Ερεσό ριγμένα στη θάλασσα από τον φανατικό εικονομάχο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε΄ τον Κοπρώνυμο. Οι Ερεσιώτες τα φυλούν με ευλάβεια και τιμές και με την αποκατάσταση των πραγμάτων και την αναστήλωση των εικόνων τα παραδίδουν πάλι στην Κωνσταντινούπολη.
-
Το 1335 μ.Χ. Επιδρομή Γενοβέζων υπό τον ηγεμόνα της Νέας Φώκαιας Domenico Cattaneo (Κατάνη), αποκρούεται σθεναρά από την Ερεσό. Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Παλαιολόγος προσορμίζεται στην Ερεσό και επαινεί τους κατοίκους για την αντίστασή τους.
-
Τον 17ο αιώνα η Ερεσός μεταφέρεται σε μεσόγεια θέση (εκεί που βρίσκεται τώρα) ανατολικά της παλιάς και σε απόσταση τεσσάρων χιλιομέτρων από την παραλία.
Βίγλα ονομάζεται σήμερα η ακρόπολη της αρχαίας Ερεσού που καταλαμβάνει ένα βραχώδες λόφο, σε μικρή απόσταση από την παραλία, νοτιοανατολικά του σημερινού οικισμού της Σκάλας Ερεσού. Στα ερείπια της παλιάς ακρόπολης κτίστηκε το κάστρο των Βυζαντινών, του οποίου η ύπαρξη μαρτυρείται ήδη από τις αρχές του 14ου αι.. Ναυτική πόλη η Ερεσός αποτέλεσε σημαντικό εμπορικό κέντρο και ήδη από τον 6ο αι. π.Χ. γνώρισε μεγάλη ακμή και πλούτο εξαιτίας των προϊόντων της (δημητριακά και ιδιαίτερα κριθάρι, σουσάμι, σύκα και σταφύλια) που διακινούνταν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Τροία, τον Ελλήσποντο μέχρι και τη μακρινή Αίγυπτο.
Η πυρπόληση της φρεγάτας
Η πυρπόληση από τον Παπανικολή στον κόλπο της Ερεσού.
-
Το 1821 27 Μαΐου, Παρασκευή και ώρα 08:30, κατά την Τουρκοκρατία συνδέει το όνομα της με ένα μεγάλο γεγονός, Ο πλοίαρχος (μπουρλοτιέρης) Παπανικολής μαζί με δύο πυρπολικά , με καπετάνιους τον Καλαφάτη στο ένα και τον ίδιο στο άλλο, ξεκίνησαν για το παράτολμο εγχείρημα. Η προσπάθεια του Καλαφάτη να κολλήσει το πυρπολικό του στα πλευρά του πλοίου αποτυγχάνει. Ο Παπανικολής όμως κατορθώνει, παρά τα πυκνά πυρά των κανονιών και τις προσπάθειες των ναυτών του πλοίου, να προσκολλήσει το πυρπολικό του στην πλώρη του πλοίου. Οι φλόγες του γρήγορα μεταδόθηκαν στο τουρκικό πολεμικό. Έντρομοι οι Τούρκοι μπροστά στον κίνδυνο προσπαθούν με αλαλαγμούς, με ύβρεις και υστερικές κραυγές να σωθούν. Ο πλοίαρχος Μπεκτάς Αρναούτ, στην προσπάθειά του να σωθεί πρώτος, αδιαφορώντας για το πλήρωμά του, δέχεται θανάσιμο πλήγμα από μαινόμενο Τούρκο. Τριάντα πέντε μόνο λεπτά της ώρας, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, διήρκεσε ο επιθανάτιος ρόγχος του θαλάσσιου γίγαντα. Η φωτιά μεταδόθηκε στην πυριτιδαποθήκη. «Μια πύρινη στήλη υψώθηκε και συρίζουσα κατέπεσε σε σωρούς ερειπίων. Οι υγροί πρόποδες του αυτόπτη μάρτυρα, ενός μικρού νησιού στην είσοδο του λιμανιού της Ερεσού, δέχτηκαν τα συντρίμμια του θρυλικού «Φερμαντιγνεμέζ». Από τους 700 άνδρες του πληρώματος σώζονται περίπου 200. Οι υπόλοιποι καίγονται ή πνίγονται πηδώντας στη θάλασσα. Κατ' άλλους οι Τουρκικές απώλειες ανέρχονται περίπου σε 1.100 άνδρες ενώ διασώθηκαν μόνο 8. Οι Τούρκοι των ακτών βλέποντας την καταστροφή του πολεμικού, φεύγουν στο εσωτερικό του νησιού, εγκαταλείποντας στη παραλία όλα τους τα εφόδια. Ο αντίκτυπος του ναυτικού κατορθώματος της Ερεσού εξαπλώθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις. Σαν αντίποινα οι Τούρκοι καταφεύγουν σε σφαγές. Η σφαγή αυτή που θα μείνει στην ιστορία του νησιού σαν το " Μεγάλο Τζουλούσι " .
-
1821 μ.Χ. 1-6 Ιουνίου, Εννέα περίπου ημέρες μετά την καταστροφή του δίκροτου στην Ερεσό, οι Τούρκοι επιστρέφουν και παίρνουν από το ναυάγιο ότι μπορεί να διασωθεί. Οι Ερεσιώτες κάτοικοι καταφεύγουν στα βουνά.
-
1824 μ.Χ. 24/25 Σεπτεμβρίου, νύχτα, γίνεται ναυμαχία στα νερά της Ερεσού μεταξύ του Ελληνικού και του Αιγυπτιακού στόλου με μεγάλες απώλειες του δευτέρου.
Δρόμος προς την Σκάλα
-
Το 1920 περίπου χτίζονται τα πρώτα σπίτια.
Ο Καραβόγιαννος και η Ερεσός
Η Ερεσός και η Χίος, τα Τρίκορφα και το Μεσολόγγι, θυμούνται την παλικαριά και ανιστορούν την δόξα του Καπετάν Γιάννη στις νεότερες γενιές των Ελλήνων.
Ομιλία της προέδρου του Συλλόγου των απανταχού Ερεσίων Ελένης Τζαννέτου στην Τιμητική εκδήλωση την Κυριακή 3 Απριλίου στην Ηλιούπολη, που διοργάνωσε το Δ.Σ. του Συνδέσμου των Εν Αττική Λαγκαδινών, ο Σύλλογος των Aπανταχού Ερεσίων “Ο Θεόφραστος” και η Ομοσπονδία Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ)
Το 1894, επί κυβερνήσεως Χαριλάου Τρικούπη, οργανώνεται στο Πολυτεχνείο η πρώτη έκθεση των κειμηλίων του Αγώνα του 1821 στο νεόδμητο Πολυτεχνείο. Πάμπολλοι Αθηναίοι, όμως αντί να επισκεφθούν την έκθεση συρρέουν σε ένα ταπεινό σπιτάκι κοντά στην οδό Αιόλου, αποτίοντας φόρο τιμής στον υπέργηρο Γιάννη Θεοφιλόπουλο, τον Καραβόγιαννο. Ήταν πια στη δύση της ζωής του, στο τέλος της επόμενης χρονιάς, τον Δεκέμβριο του 1895 απεβίωσε σε ηλικία 95 ετών.
Σκεφτόμουν, διαβάζοντας για τη ζωή και την συμβολή του στον Αγώνα, ότι θα πρέπει να ήταν βάλσαμο στην καρδιά του το οτι δύο άνθρωποι, ο δημοσιογράφος Γεώργιος Βαλασόπουλος και ο καθηγητής Εμμανουήλ Βρoϊλης, προσπάθησαν να τον βγάλουν από τη λήθη της επίσημης ιστορίας και να γνωστοποιήσουν στο ευρύτερο κοινό τα κατορθώματά του.
Χρέος μας σήμερα είναι να επαναλαμβάνουμε όλες τις μαρτυρίες και τα τεκμήρια που ιστορούν τη συμβολή του στον Αγώνα για την ανεξαρτησία ώστε να μαθαίνουν και οι νεώτεροι. Ιδίως εμείς, οι Ερέσιοι που στα νερά της ιδιαίτερης πατρίδας μας, έλαβε χώρα η πρώτη νίκη των αγωνιστών την 27η Μαίου του 1821 με την πυρπόληση του τουρκικού πολεμικού πλοίου (δίκροτο ντελίνι) με κυβερνήτη τον Αρναούτ Μπαϊραχτάρη.
Μάης λοιπόν του 1821… Και όπως αναφέρει ο Δημήτρης Φωτιάδης στο βιβλίο του “Κανάρης” (εκδόσεις Κέδρος 1960), “η Βουλή λοιπόν των Ψαρών, είχε πάρει την είδηση, ότι η Τουρκική αρμάδα ετοιμαζόταν να περάσει τα στενά και να βγει στο Αιγαίο και κάλεσε σε σύναξη καραβοκυραίους και καπεταναίους από τα τρία νησιά, για να δούνε τι θα έπρεπε ο καθένας τους να κάνει…”.
Εκείνα το σιτοκάραβά τους, τα μετασκευασμένα σε πολεμικά, έχουν να αντιβγούν στα ντελίνια, τα δίκροτα και τις τούρκικες φρεγάδες… Δεν θα μπορούσαν τα Ελληνικά να στηρίζουν τις ελπίδες τους μόνο στα λίγα κανονάκια τους και μόνο στην γρηγοράδα και ευελιξία των σκαριών και στην τέχνη των άξιων πληρωμάτων τους… και η κουβέντα γύρισε στην ανάγκη για μπουρλότα… τη μετασκευή δηλαδή παλαιότερων σκαριών σε πυρπολικά. Πρώτος δίνει το καράβι του ο Γεώργιος Καλαφάτης ,όπως αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Ναυάρχου Νικοδήμου.
Στις 23 του Μάη βγαίνουν σε περιπολίες μαθαίνοντας που η Τουρκική αρμάδα κατεβαίνει . Δυό ντελίνια, τρείς φρεγάδες και τρείς κορβέτες έχουν βγει ήδη από τα στενά στην άσπρη θάλασσα κάτω από το κουμάντο του Τούρκου Αντιναυάρχου του “ριαλά μπέη” δηλαδή. Σινιάλο δίνει ο καπετάν Ραφαήλ που ξέκοψε το ντελίνι των 74 κανονιών να πηγαίνει προς τα Κάστρα. Την Τρίτη 24 του Μαη τα δικά μας αρμένιζαν δυτικά στη Μυτιλήνη. Μόλις χάραζε, ο καπετάν Ραφαήλ δίνει σινιάλο με μια κανονιά πώς ο οχτρός είναι στη βίστα (τους βλέπουν δηλαδή). Ηταν ένα ντελίνι των 74 κανονιών που είχε ξεκόψει από τα άλλα και πήγαινε εφόδια στα κάστρα. Αφού καβατζάρισε τον κάβο Σίγρι, έπεσε σταβέντο κι αναγκάστηκε να ποδίσει σ΄ αμμουδερή ακρογιαλιά εκεί που στα παλιά χρόνια βρισκόταν η Ερεσσός.
Πήραν την απόφαση για την πυρπόλησή του κάτι που δεν έγινε με τη πρώτη προσπάθεια ούτε και με τη δεύτερη και αφού κάηκαν τα δύο πρώτα πυρπολικά και οι καπεταναίοι δεν έδιναν άλλο πλοίο να γίνει μπουρλότο, την κατάσταση έσωσε ο Λημνιός Νικολής Χατζητριανταφύλλου που πρόσφερε το δικό του σκαρί. Ήταν το δικάταρτο μπρίκι 200 τόνων « Αγιος Παντελεήμων».
Ο Ναύαρχος των Ψαριανών ο Αποστόλης διαλέγει τον Παπανικολή και τον στέλνει επικεφαλής του νέου πυρπολικού.
Ο Τομπάζης, που κοιτάει με το κανοκιάλι από τη ναυαρχίδα του, λέει τότες μια βαριά κουβέντα. “Αν πετύχει τώρα ο Παπανικολής είμαστε καλά… Αλλιώς χαθήκαμε
Στο τιμόνι του μπουρλότου ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος από τα Λαγκάδια της Γορτυνίας. Ανοιχτές οι μπουκαπόρτες στη μάσκα του ντελινιού! Μανουβράρει με τέχνη και χώνει το τσιμπούκι του μπουρλότου εκει. Το τουρκικό δίκροτο παραδίδεται στις φλόγες.
Και είναι 27 του Μάη του 1821 ημέρα Παρασκευή και…“ώρα 8.30 το πρωί που σωπαίνουν πάλι τα κανόνια και μήτε και η βροχή που άρχισε να πευτει δεν θα μπορούσε να το σώσει …και εκάστη κανονοθυρίς του, παριστά θέαμα καιομένου κλιβάνου!” η θαυμάσια περιγραφή του ναυάρχου Νικόδημου στα απομνημονεύματά του!
Είναι η πρώτη νίκη των Ελλήνων στη θάλασσα. Στα θετικά αυτής της νικης καταγραφεται το οτι ο τουρκικός στόλος κλείστηκε στα Δαρδανέλια και απεκόπη ο ανεφοδιασμός των πολιορκούμενων Οθωμανών στα κάστρα της Πελοποννήσου, δίνοντας στους Έλληνες την ευκαιρια να καταλάβουν κρίσιμα σημεία της Πελοποννήσου και να εδραιώσουν εκεί την επανασταση.
Το 1822 στη Χίο, λιγο μετά την αποτρόπαιη σφαγή του ελληνικού πλυθησμού της, θα έρθει και η επόμενη νίκη όταν ο Κωνστντίνος Κανάρης μαζί με τον Γιάννη Θεοφιλόπουλο ως πηδαλιούχο, θα πυρπολήσουν την τουρκική ναυαρχίδα του Καρά Αλή.
Ο Γιάννης Θεοφιλόπουλος που γεννήθηκε το 1790 στα Λαγγάδια της Γορτυνίας, σε έναν ορεινό τόπο και βρέθηκε στα Ψαρά σε ηλικία 18 ετών, έμαθε τη τέχνη των πυρπολικών από το Πατατούκο από την Πάργα και έμελλε να γίνει συμπρωταγωνιστής και στα δύο αυτά γεγονότα που σημάδεψαν την Επανάσταση. Επίσημα ντοκουμέντα της Βουλής των Ψαρών τον αναφέρουν ως πυρπολητή. Σε απόσπασμα του επίσημου πιστοποιητικού της Βουλής των Ψαρών σχετικά με την επιχείρηση στην Ερεσό στο οποίο δηλώνεται ρητά ότι: « Ο φιλογενέστατος κάτοικος της νήσου Ψαρών κύριος Ιωάννης Γ. Θεοφίλου Μωραΐτης φιλοτιμηθείς και με γενναίαν ψυχήν εμπαρκάρισεν αδωροδοκήτως έσωθεν εις το αποφασισμένον μπουρλότο, το οποίο κατέκαυσε το φθοροποιόν και βαρβαρικόν πλοίον δελίνι του τυράννου»
Σε γραπτή αναφορά του Κωνσταντίνου Κανάρη αναφέρεται:
«Δια του παρόντος φανερώνω ο κάτωθεν γεγραμμένος Κωνσταντής Μικέ Καναρίου και διοικητής του ηφαιστείου πλοίου, ότι ο κύριος Ιωάννης Γεωργίου Θεοφιλόπουλος εις την έκπλευσίν του κατά του τυραννικού στόλου, του ευρισκομένου εις Χίον, εφέρθη με μεγάλη επιμονήν και γενναιότητα, εμποδίζων τας διχονοίας με κάθε επιδέξιον τρόπον…».
Το 1822 πήρε μέρος και στη Ναυμαχία των Πατρών (20 Φεβρουαρίου), όπως βεβαίωσε γραπτά ο Ψαριανός ναύαρχος Νικολής Αποστόλης. Κατόπιν άφησε τη θάλασσα για να κατακτήσει με την ανδρεία του, νέες δάφνες στη στεριά και να γίνει τελικά βαθμοφόρος. Πήρε μέρος στις μάχες του Μοριά και της Ρούμελης και διακρίθηκε στη μάχη των Τρικόρφων (23 Ιουνίου 1825), όπου έλαβε την προσωνυμία «Τσάκαλος» λόγω της παλικαριάς του.
Μετά την Ανεξαρτησία τοποθετήθηκε ως αρχηγός της πολιτοφυλακής στην Τριπολιτσά (1830). Το 1865 με τον ερχομό του βασιλιά Γεωργίου του Α΄, όταν ορίστηκε η τελευταία επιτροπή καταγραφής των αγωνιστών του 1821 – αν και οι περισσότεροι δεν ζούσαν πια – ο Θεοφιλόπουλος υπογράφει αρκετά πιστοποιητικά ως ταγματάρχης της Φάλαγγας, τιμητικός βαθμός που του αποδόθηκε.
Δυστυχώς, όπως συμβαίνει συχνά, ο Καραβόγιαννος στην επίσημη Ιστορία αναφέρεται μόνο ως πλήρωμα των πυρπολικών και όχι ως πρωταγωνιστής ή έστω συμπρωταγωνιστής του Παπανικολή και του Κανάρη, αν και ήταν στα δύο περιστατικά πηδαλιούχος ή δαδούχος. Ίσως και να ηταν αυτη η αιτία που συνέχισε τον αγώνα του στη στεριά μετά την ανατίναξη της ναυαρχίδας στη Χίο.
Απεβίωσε, όπως προανέφερα, τον Δεκέμβριο του 1895 .Στην κηδεία του παραβρέθηκε το εγγόνι του Γέρου του Μοριά ο Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης, που αναλύθηκε σε δάκρυα όταν παρακλήθηκε από κάποιους να εκφωνήσει τον επικήδειό του. Είπε χαρακτηριστικά: «Τι να είπω εγώ εις τον Καπετάν Γιάννη; Μπορεί ο λύχνος να φέξη τον ήλιον; Ο Καπετάν Γιάννης ήτο και του πάππου μου ανώτερος».
Ο Καραβόγιαννος, μεταθανατίως, τιμήθηκε από το Δήμο Αθηναίων που έδωσε το 1910 το όνομά του σε δρόμο της Αθήνας, στις αρχές της λεωφόρου Βουλιαγμένης, οπού υπάρχει και σήμερα. Το έτος 1970 η προτομή του στήθηκε στο μνημείο των πεσόντων των Λαγκαδίων και στη δεκαετία του ’90 επί δημαρχίας του αείμνηστου Δημητρίου Κιντή και σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Λαγκαδινών Αττικής στήθηκε νέα προτομή στην πλατεία Σικελιανού στη συνοικία Κανάρια της Ηλιούπολης. Προτομή του στήθηκε και στη Μυτιλήνη στο πάρκο Καραπαναγιώτη.Τέλος στη δεκαετία του ’80 το προσωνύμιο «Καραβόγιαννος» του Θεοφιλόπουλου δόθηκε από το Πολεμικό Ναυτικό σε ένα πλοίο φαρικών αποστολών με αριθμό Α-479.
Το ιστορικό γεγονός της πυρπόλησης τουτουρκικού δίκροτου στην Ερεσό τιμάται περίπου στα μέσα Ιουλίου και απο όλους τους συλλόγους της Ερεσού που διοργανώνουν αναπαράσταση , επιμνημοσυνη δέηση και γιορτή στη μνήμη των αγωνιστών τόσο του Παπανικολή όσο και του Καραβόγιαννου. Πλήθος κόσμου έρχεται από όλο το νησί , τουρίστες και ντόπιοι, για να παρακολουθήσει αυτες τις εκδηλώσεις που συμβάλλουν στη διατήρηση της μνήμης των ιστορικών γεγονότων αλλα κυρίως των ανθρώπων που ήταν οι πρωταγωνιστές αυτών.