«Ευγνωμονώ τη Μούσα που με στροβιλίζει σε μια εμπνευσμένη περιπέτεια ζωής»
- Sophie Xens
- πριν από 3 ημέρες
- διαβάστηκε 12 λεπτά
Συνέντευξη με την Βασιλική Παπαγεωργίου
Αντιόπη Φραντζή

Βασιλική, ευχαριστούμε πολύ για τη συνέντευξη που παραχωρείς στο περιοδικό «Ερεσός» του Συλλόγου Απανταχού Ερεσίων ο Θεόφραστος. Οπότε θα ήθελα να ξεκινήσουμε ρωτώντας σε περισσότερα για τη σχέση σου με την Ερεσό, την καταγωγή σου.
Η σχέση μου με την Ερεσό είναι βαθύς δεσμός. Είναι η καταγωγή μου από την πλευρά της μητέρας μου. Η γιαγιά, Μαρίνα Βαΐου, το γένος Πιπερά, γεννήθηκε στην Ερεσό, ενώ ο παππούς Γεώργιος Βαΐου γεννήθηκε στη Σμύρνη. Ο πατέρας του, ο Νικόλας Βαΐου που είχε και το παρατσούκλι, όπως συνηθίζεται εδώ, Κράντογλου, είχε πάει στη Σμύρνη από την Ερεσό για να κάνει την τύχη του. Δημιούργησε εκεί αμπελώνες και παντρεύτηκε Σμυρνιά, Ρωμιά γυναίκα από τη Σμύρνη, έκαναν 7 αγόρια εκεί, εκ των οποίων ένα ο παππούς μου και με την καταστροφή του 1922 γύρισαν πίσω όλοι μαζί στην Ερεσό.
Ο παππούς μεγάλωσε στην Ερεσό, ήταν 7 χρονών όταν έγινε η καταστροφή, και όταν ήμουν μικρή μου διηγιόταν ιστορίες από το δράμα που έζησαν τότε. Στην Ερεσό παντρεύτηκε τη γιαγιά και τελικά πήγαν στην Αθήνα, όπου γεννήθηκε η μητέρα μου και αργότερα εγώ με τη δίδυμη αδελφή μου, τη Μαρίνα.
Απ' την πλευρά του πατέρα μου η μητέρα του ήταν επίσης από τη Σμύρνη, από το Κορδελιό, ήταν ορφανή και τη μεγάλωναν οι θειάδες της που είχαν μια μηχανή singer και έραβαν για την επιβίωση. Με την καταστροφή έφυγαν τρέχοντας για το λιμάνι της Σμύρνης όπου τα καράβια έπαιρναν κόσμο. Είχαν βάλει μέσα σε έναν μπόγο την πολύτιμη μηχανή και εικόνες, τίποτα άλλο. Φτάνοντας όμως στο λιμάνι, τα καράβια έπαιρναν μόνο ψυχές. Όχι πράγματα. Άφησαν τον μπόγο και έφτασαν στην Θεσσαλονίκη, όπου έμειναν σε πρόσκαιρα καταλύματα που είχαν πρόχειρα φτιαχτεί για τους πρόσφυγες, σε σχολεία, εδώ κι εκεί. Μετά από ένα μήνα, μια γειτόνισσά τους από τη Σμύρνη τις ειδοποίησε να πάνε στο λιμάνι όπου είχαν αρχίσει να έρχονται τα πράγματα και οι μπόγοι και βρήκαν τον δικό τους με τη μηχανή.
Πολύ αργότερα, το 2000, ήμουν στην Τουρκία και ζούσα στην Χάλκη Πριγκηποννήσων, στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον άντρα μου, τον Νικηφόρο Μεταξά, που είχε ιδρύσει την ορχήστρα “Βόσπορος”. Ήταν τα 100 χρόνια από την γέννηση του νομπελίστα ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη, και τα Υπουργεία Πολιτισμού της Ελλάδος και της Τουρκίας οργάνωσαν μαζί ένα συνέδριο στη μνήμη του ποιητή που είχε γεννηθεί στη Σμύρνη. Μας κάλεσαν, λοιπόν, με τον “Βόσπορο”, την ορχήστρα μας, που είχε Έλληνες και Τούρκους μουσικούς να δώσουμε συναυλία. Πολύ συγκινημένη τότε τηλεφώνησα στον πατέρα μου: «Πατέρα, είμαι στη Σμύρνη, θα τραγουδήσω στη μνήμη του Σεφέρη…». Φυσικά συγκινήθηκε κι ο ίδιος πολύ και στην επόμενη επίσκεψή μου στην Αθήνα, μου χάρισε τη singer που είχε ταξιδέψει από τη Θεσσαλονίκη στην Κοκκινιά και μεγάλωσε τη γιαγιά και τον πατέρα μου αργότερα με τα ραψίματα από τις θείες. Τότε ζούσαν οι άνθρωποι πολύ έντονα και δραματικά βιώματα και άντεχαν, ήταν δυνατές ψυχές.
Έκανα μια παλινδρόμηση στον χρόνο, αλλά αυτή είναι η σχέση μου με την Ερεσό και τη Σμύρνη και όλον αυτόν τον μοναδικό γεωγραφικό τόπο που ξεχωρίζει μέσα μου και μ’ εμπνέει σ’ όλη μου τη ζωή. Ειδικά η Λέσβος που έχει τέτοια εγγύτητα με την Μικρασία έχει διατηρήσει στη μουσική της παράδοση το Μικρασιάτικο αποτύπωμα. Τα τραγούδια της έχουν αυτόν τον ιδιάζοντα χαρακτήρα και διαφέρουν από τα “νησιώτικα” που γνωρίζουμε από τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου.
Πώς ξεκίνησε η σχέση σου με τη μουσική.
Από πολύ μικρή όταν κλαίγαμε εγώ και η αδελφή μου, η μάνα μας έπρεπε να βρει έναν τρόπο να μας ησυχάσει. Ως δίδυμες, μόλις άρχιζε η μία, άρχιζε και η άλλη. Οπότε είχε βρει ένα κόλπο και μας άνοιγε το ράδιο. Εμείς αμέσως σωπαίναμε και στήναμε αυτί να ακούσουμε τη μουσική. Είχαμε μεγάλη λαχτάρα από μικρές για τη μουσική. Βέβαια, εκείνα τα χρόνια οι γονείς ήθελαν οπωσδήποτε τα παιδιά να πάνε στο πανεπιστήμιο να σπουδάσουν κάτι, ιατρική, δικηγορία, φιλολογία, να έχουν ένα πτυχίο. Έτσι εγώ σπούδασα βιολογία, που, βέβαια, έχει σχέση με τη μουσική, η ζωή είναι άρρηκτα δεμένη με τον ήχο, την αρμονία, τη μελωδία. Είναι πάρα πολύ όμορφη επιστήμη, υπέροχη και μου έχει προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση της φυσικής δημιουργίας. Όμως ο δρόμος μου ήταν στη μουσική έκφραση κι έτσι γρήγορα άρχισα να τραγουδώ, να παίζω μαντολίνο και κρουστά σε ερασιτεχνικά σχήματα. Παίζαμε παραδοσιακή μουσική της Μεσογείου και τραγουδούσα στα Ιταλικά, Ισπανικά, Ελληνικά.
Σιγά σιγά όλο και περισσότερο δινόμουν στη μουσική με εμφανίσεις και συναυλίες μέχρι τη στιγμή που ο Κώστας Φέρρης, ο σκηνοθέτης της ταινίας “Ρεμπέτικο” και η Θέσια Παναγιώτου δημιούργησαν ένα σχήμα με τη μουσική του “Ρεμπέτικου” και με πήραν ως τραγουδίστρια στην Κωνσταντινούπολη. Ξαφνικά το όνειρό μου να πάω στην Πόλη να μάθω Πολίτικη λύρα έπαιρνε σάρκα και οστά. Τελικά πήγαμε για τρεις εβδομάδες και μείναμε τρεις μήνες, είχε τεράστια επιτυχία. Ήταν το 1993, επί Τουργκούτ Οζάλ, ακόμη η Τουρκία ήταν κλειστή προς τη Δύση και ήταν πρώτη φορά που πήγε μουσικό σχήμα από την Ελλάδα, οπότε φαντάζεστε, κάθε βράδυ το μαγαζί ήταν γεμάτο με Ρωμιούς και Τούρκους, που διασκέδαζαν μαζί.
Εκεί γνώρισα τον Νικηφόρο Μεταξά που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη και είχε ιδρύσει το 1986, όπως προανέφερα, το συγκρότημα “Βόσπορος” που ανέσυρε από τη λήθη την παράδοση των Ρωμιών συνθετών της Πόλης. Των Ρωμιών που, ήταν κατά πάσα πιθανότητα ψάλτες στον Πατριαρχείο, ήξεραν βυζαντινή μουσική και συνέθεταν για το παλάτι, για τον Σουλτάνο. Η κλασική ορχήστρα “Βόσπορος”, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Μεταξά και μέλη τους καλύτερους Τούρκους δεξιοτέχνες της Οθωμανικής μουσικής παράδοσης, ανέδειξε τη συμβολή των εν λόγω συνθετών από τις διαφόρες μειονοτήτες της Οθωμανικής περιόδου, όπως Ρωμιοί, Αρμένιοι, Εβραίοι και άρχισε να “παραδίδει” στην Ελλάδα αυτό το ρεπερτόριο, που τότε δεν ήταν εκεί γνωστό. Εγώ γνωρίζοντας την αξία του έργου του “Βοσπόρου” και γνωρίζοντας και τον ίδιο, αποφάσισα να εγκατασταθώ στην Πόλη και να μελετήσω την αστείρευτη πηγή έμπνευσης της Βυζαντινής/Οθωμανικής μουσικής παράδοσης καθώς και να συνδράμω στην ουσιαστική ελληνοτουρκική πολιτιστική σύμπραξη.
Δημιουργήσαμε μαζί το συγκρότημα “Φανάρι της Ανατολής – Anadolu Feneri”, με Έλληνες και Τούρκους μουσικούς και αρχίσαμε να παίζουμε παραδοσιακά ελληνικά και τουρκικά τραγούδια, της ιδιαίτερης Ασίκικης/Αλεβίτικης παράδοσης της Τουρκίας. Αργότερα με τη δημιουργία του “Σύγχρονου Βόσπορου” με τα νεότερα μέλη της κλασικής ορχήστρας και μέλη του συγκροτήματος “Mode Plagal” από την Ελλάδα, περάσαμε στη σύγχρονη δημιουργία με τους μουσικούς να συνθέτουν στους δικούς μου στίχους. Με τον Νικηφόρο εγκατασταθήκαμε στη Χάλκη Πριγκιποννήσων με την γνωστή Θεολογική Σχολή, που όλο υποτίθεται θα ανοίξει και όλο δεν ανοίγει και έτσι ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια της ζωής μου με πλούσιες, πολυσήμαντες εμπειρίες.

Με τη μουσική, κατά κάποιο τρόπο, επέστρεψες στις ρίζες σου.
Ναι, μπορούμε κάλλιστα να πούμε ότι επέστρεψα στις ρίζες μου και εντρύφησα στο ξετύλιγμα του μπερδεμένου ελληνοτουρκικού κουβαριού μνήμης, έρωτα και έχθρας. Έζησα 22 χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, ταξιδεύοντας πολύ και μέσα στην Τουρκία αλλά και στο εξωτερικό, τραγουδώντας στις δύο γλώσσες σε συναυλίες σε Ελλάδα, Τουρκία, Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία και αλλού.
Όλα αυτά τα χρόνια που έζησα εκεί είχα την ευκαιρία να δω με άλλο μάτι την πατρίδα μου, να εκτιμήσω αξίες της και να αγαπήσω σε βάθος την ελληνική γλώσσα, την οποία άρχισα και να διδάσκω σε Τούρκους, οι οποίοι έχουν έντονη συναισθηματική έλξη για τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας γενικότερα.
Με τον καιρό μπόρεσα να εξηγήσω και τη δική μου ιδιοσυγκρασία και τον λόγο που με έλκυε τόσο πολύ η Ανατολή και όχι η Δύση. Να κατανοήσω πόσο σημαντικό είναι να μπορεί κανείς να πάει βαθιά στις ρίζες του σε αυτό το δέντρο της παράδοσης, σε όλη τη σοφία και τη γνώση που μας παραδίδεται συλλογικά από παλαιότερες γενιές και γενιές. Όταν ανακαλύψεις αυτόν τον θησαυρό και μπορέσεις να τον ενσωματώσεις στο σήμερα, στο τώρα, σου ανοίγεται ο μεγάλος δρόμος για ένα αύριο με επίγνωση.
Στη συνέχεια ήρθαν πολλές δουλειές, συνεργασίες και επιτυχίες.
Πράγματι! Σ’αυτή την ονειρική διάσταση, ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα έζησα και δημιούργησα όλα αυτά τα χρόνια γράφοντας στίχους για τη μουσική μας, μεταφράζοντας ποίηση από τα Γαλλικά, (όπως “Το Βιβλίο της Φτώχειας και του Θανάτου” του Γερμανού ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Εκδόσεις Ίνδικτος, 2008) και ηχογραφώντας πολλά μουσικά άλμπουμ τα οποία κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα (Lyra, Protasis) και στην Τουρκία (AdaMüzik, Kalan).
Συνεργάστηκα με τον Μεταξά και τον “Βόσπορο” κι επίσης με διάφορους Τούρκους μουσικούς και συγκροτήματα της πιο σύγχρονης μουσικής. Κατά τη συνεργασία μας με το συγκρότημα “Gündoğarken” (Γκιουνντοάρκεν) κάναμε πολλές επιτυχίες, όπως το τραγούδι “Rüzgar -Αχ αγέρα” του οποίου το βίντεοκλιπ, που γυρίστηκε στην Αλικαρνασσό (Bodrum) της Τουρκίας, αγαπήθηκε πολύ και παίχθηκε για χρόνια στην Τουρκική τηλεόραση, ενώ το τραγούδι συμπεριλήφθηκε στη γνωστή συλλογή Buddha Bar Collection, ως ένα από τα δημοφιλέστερα τραγούδια της χρονιάς. H μουσική ήταν του Τούρκου τραγουδοποιού Ilhan Şeşen, που είχε γράψει και τους στίχους στα Τουρκικά ενώ εγώ έγραψα το ελληνικό μέρος των στίχων και το τραγουδήσαμε μαζί ως ντουέτο σε ενορχήστρωση του Ν. Μεταξά, που είχε αναλάβει την ενορχήστρωση όλου του δίσκου. Ήταν η πρώτη φορά που ακουγόταν μια ξένη γλώσσα, εκτός φυσικά από τα αμερικάνικα pop τραγούδια κτλ. Έγινε τεράστια επιτυχία, παιζόταν από τα μεγάφωνα στον κεντρικό πεζόδρομο του Μπέγιογλου - όσοι γνωρίζουν την Πόλη θα έχουν εικόνα - και συχνά βλέπαμε συνδαιτημόνες σε καφέ και εστιατόρια να χαρίζουν το CD ως δώρο στους φίλους τους. Για πρώτη φορά οι Ρωμιοί της Πόλης άκουγαν τα ελληνικά στον δρόμο δημόσια, δίχως φόβο πια και περιορισμούς. Αυτό έγινε το 1996 πριν από τους σεισμούς που έγιναν σε Ελλάδα και Τουρκία το 1999 κι έφεραν τους δύο λαούς κοντά με την αλληλοβοήθεια. Αμέσως μετά οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες έφεραν μεγάλα ονόματα να συνεργαστούν όπως, για παράδειγμα, η Χάρις Αλεξίου με τη Σεζέν Ακσού.

Θα ήθελες να μας πεις περισσότερα για τη βράβευση του Νικηφόρου Μεταξά;
Παράλληλα με τα παραπάνω, εμείς συνεχίζαμε με τα δικά μας σχήματα τον Κλασικό και τον Σύγχρονο Βόσπορο με συναυλίες στον Λυκαβηττό, στο Γκάζι, στο Γαλλικό Ινστιτούτο, στο Ινστιτούτο Goethe στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στο Κάστρο της Μυτιλήνης και στο εξωτερικό φυσικά. Ο Νικηφόρος που παλαιότερα, το 1991, είχε βραβευθεί στην Τουρκία, με το βραβείο Ειρήνης και Φιλίας, Abdi Ipekçi, βραβεύθηκε το 2000 στις Βρυξέλλες με το “European Award of Bridging Conflicts through the Arts” (Ευρωπαϊκό Βραβείο για τη Γεφύρωση Αντιπαραθέσεων μέσω της Τέχνης) για τη σημαντική συμβολή του έργου του “Βοσπόρου” στην Ελληνο-Τουρκική πολιτιστική ανταλλαγή. Εκτιμήθηκαν οι σπάνιες ηχογραφήσεις της ορχήστρας, όπως η ιστορική συναυλία στο Ηρώδειο το 1990. Τότε, βέβαια, οι εφημερίδες έγραψαν “SOS Τούρκοι στο Ηρώδειο”, παρόλα αυτά ο Μάνος Χατζιδάκις έστειλε φορητό στούντιο και η συναυλία ηχογραφήθηκε με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσει σε δίσκο από τη Διεθνή Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών. Το έργο του Βοσπόρου προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών νέων μουσικών να εξερευνήσουν αυτό το ρεπερτόριο και να επιστρέψουν στα παραδοσιακά όργανα, όπως το κανονάκι, η πολίτικη λύρα, το “νέυ, το γλυκύ, το πράον”.
Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Νικηφόρος είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη το 1985 με υποτροφία από το Κέντρο Δελφών για να μελετήσει και να επαναφέρει στην Ελλάδα το κανονάκι, που είχε εξαφανισθεί, καθώς και να διεξάγει συγκριτική μελέτη ανάμεσα στην Οθωμανική μουσική παράδοση και την Βυζαντινή, την οποία είχε μελετήσει στη Θεσσαλονίκη. Εκεί είχε μαθητεύσει δίπλα στους μεγάλους ψάλτες, όπως ο Ταλιαδούρος. Πήγε μεν στην Πόλη με την υποτροφία από το κέντρο Δελφών, όμως, μετά από λίγους μήνες έγινε υποτίμηση της δραχμής στην Ελλάδα και διακόπηκε η υποτροφία. Εκείνος, όμως, έμεινε στην Πόλη, έγινε ψάλτης στον Άγιο Γεώργιο τον Χρυσοκεραμιδά στο Τσεγκέλκιοϊ της Ασιατικής πλευράς της Πόλης και σιγά σιγά δημιούργησε τον “Βόσπορο”. Είναι μια πολύ ιδιαίτερη ιστορία, ο βίος και η πολιτεία του Νικηφόρου Μεταξά.
Ποιες ήταν οι σχέσεις σας με το Πατριαρχείο;
- Κέντρο Μουσικής Έρευνας Ανατολικής Μεσογείου
Είχαμε πάρα πολύ καλές σχέσεις με τον Πατριάρχη, μας αγαπούσε πολύ, εκτιμούσε το ότι ήμασταν Έλληνες από την Ελλάδα εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη και συνεργαζόμασταν με τους Τούρκους στην πολιτιστική ανταλλαγή για μια ειρηνική συνάντηση και συνεργασία. Μας τιμούσε πάντα με την παρουσία του στις συναυλίες μας στην Κωνσταντινούπολη και μας στήριξε στην πρωτοβουλία μας να ανακαινίσουμε το Μειονοτικό Ελληνικό Δημοτικό Σχολείο της Χάλκης Πριγκιποννήσων με απώτερο σκοπό να το μετατρέψουμε σε Κέντρο Μουσικής Έρευνας Ανατολικής Μεσογείου.
Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα για το Κέντρο Μουσικής Έρευνας Ανατολικής Μεσογείου.
Ζώντας στη Χάλκη των Πριγκιποννήσων, βλέπαμε κάθε μέρα από το παράθυρό μας, στους πρόποδες του λόφου της Θεολογικής Σχολής, το Ελληνικό Σχολείο. Ένα θαυμάσιο κτίριο το οποίο είχαν χτίσει οι Ρωμιοί της Χάλκης συγκεντρώνοντας χρήματα οι ίδιοι με δωρεές. Ήταν το μειονοτικό σχολείο της Ελληνικής Κοινότητας Χάλκης που ανήκε στο Βακούφι Αγίου Νικολάου Χάλκης και όπου πήγαιναν τα Ρωμιόπουλα να μάθουν Ελληνικά. Το βλέπαμε να καταρρέει όλο και περισσότερο, κλειστό από το 1980. Μας γεννήθηκε, λοιπόν, το όραμα της αποκατάστασής του.
Ο Νικηφόρος, ως Έλληνας της Διασποράς, πρωτοστάτησε στην πραγματοποίηση της ιδέας. Είχε γεννηθεί στην Κεφαλονιά, όμως μεγάλωσε στη Ροδεσία τότε, και στο Κονγκό, στην Αφρική. Ο παππούς του, ως γνήσιος Κεφαλλονίτης, είχε πάει με τους Πρωτοπόρους της αναζήτησης χρυσού, (και βρήκε!), οπότε η μητέρα του γεννήθηκε στη Ροδεσία, τη σημερινή Ζιμπάμπουε. Μεγαλώνοντας πήγε στην Κεφαλονιά για να βρει Κεφαλονίτη σύζυγο, βέβαια, όπως το συνηθίζουν οι Κεφαλονίτες. Με τον εμφύλιο στην Ελλάδα, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Ροδεσία κι έπειτα στο Κονγκό. Έτσι ο Νικηφόρος ανέπτυξε μια μεγάλη αγάπη για τις Ελληνικές κοινότητες της Διασποράς. Πήγαμε 3 φορές μαζί στην Αφρική κι έζησα κι εγώ αυτή την εμπειρία, που είχα, άλλωστε, από την Πόλη και τον κατανόησα. Αυτή η αγάπη τον ώθησε να προσφέρει και να δώσει μια νέα, δημιουργική πνοή στην Ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, οπότε είχε την ιδέα να ανακαινίσουμε το σχολείο που κατέρρεε και να το μετατρέψουμε σε ένα κέντρο μουσικής έρευνας για την Ανατολική Μεσόγειο. Εγώ, από την πλευρά μου, με τη Σμυρναίικη καταγωγή και τη συλλογική μνήμη της προσφυγιάς στα κύτταρά μου, λαχταρούσα την “αποκατάσταση” της χρόνιας ιστορικής αντιπαράθεσης μέσα από ένα έργο ειρηνικό, εκπαιδευτικό, καλλιτεχνικό που θα αποτελούσε παράδειγμα. Έτσι ενώσαμε τις δυνάμεις μας και επιτύχαμε την εξασφάλιση χορηγίας από την Αναπτυξιακή Υπηρεσία Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας, οπότε και αρχίσαμε να ανακαινίζουμε αυτό το κτήριο με την αρωγή και τη στήριξη του Πατριάρχη. Δυστυχώς και ενώ η ανακαίνιση είχε προχωρήσει ικανοποιητικά, με την οικονομική κρίση του 2011 στην Ελλάδα δεν ήταν δυνατή η ολοκλήρωση των εκταμιεύσεων του προγράμματος και το έργο έμεινε ατελείωτο, γεγονός που κατέβαλε τον οραματιστή του. Ο Νικηφόρος αρρώστησε σοβαρά και το 2015 έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του ένα μεγάλο έργο.

Εσύ πότε επέστρεψες στην Ελλάδα;
Ο Νικηφόρος έφυγε το 2015 και εγώ μετακόμισα από τη Χάλκη στο κέντρο της Πόλης. Είχα δημιουργήσει ένα σχήμα με νέους Τούρκους μουσικούς, τους έμαθα το ρεπερτόριο των Μικρασιάτικων τραγουδιών που έχουν Ελληνικούς και Τουρκικούς στίχους και αρχίσαμε να δίνουμε συναυλίες σε διάφορα μέρη μέσα στην Κωνσταντινούπολη και στην Τουρκία γενικότερα. Όμως, το κλίμα είχε αλλάξει στην Πόλη, υπήρχαν συχνά τρομοκρατικές ενέργειες και τελικά έγινε το πραξικόπημα τον Ιούλιο του 2016. Είχα πια κουραστεί, είχα την ανάγκη ν’ακούω γύρω μου Ελληνικά. Επέστρεψα στην Αθήνα αρχικά, όπου είχα μεγαλώσει και συνεργάστηκα με την Αλίκη Μαρκαντωνάτου, συνθέτρια και μουσικό της αρχαίας λύρας της Σαπφώςκαι την οποία είχα γνωρίσει στην Ερεσό. Ταξιδέψαμε μαζί σε Ελλάδα και εξωτερικό και ηχογραφήσαμε ένα μουσικό άλμπουμ στην Κωνσταντινούπολη, “Τα τραγούδια της Χέλυος – Helis Ezgileri”, με καταξιωμένους Έλληνες και Τούρκους μουσικούς, ευτυχώς λίγο πριν σταματήσει πια η παραγωγή των ηχογραφήσεων Compact Disc (CD) λόγω νέων τεχνολογιών.
Τελικά, με κέρδισε η Λέσβος, γιατί από το 2006 που παντρευτήκαμε με τον Νικηφόρο ταξιδεύαμε κάθε καλοκαίρι με το αυτοκίνητο από την Κωνσταντινούπολη στο Αϊβαλί και περνούσαμε στη Λέσβο και δη, στην αγαπημένη Ερεσό. Είχα ένα όνειρο μέσα μου, κάποια στιγμή να ζήσω στο νησί! Οπότε έφυγα για δεύτερη φορά από την Αθήνα, εγκαταστάθηκα στη Μυτιλήνη και μπόρεσα να συνεχίσω και το πολιτιστικό έργο μου με την Τουρκία, με συναυλίες στην Σμύρνη, στο Αϊβαλί, στην Πέργαμο, στην Άσσο αλλά και να ολοκληρώσω το έργο που έμεινε ατελείωτο στην Χάλκη. Πολλές φορές με τον άντρα μου λέγαμε, χαριτολογώντας, ότι αν δεν γίνει στην Κωνσταντινούπολη το Κέντρο της Μουσικής Έρευνας θα το κάνουμε στη Μυτιλήνη που είναι δίπλα στην Τουρκία!
Και το κατάφερες ιδρύοντας το «Πέλαγος»!
Ναι, κατά κάποιο τρόπο! Όταν τελικά εγκαταστάθηκα στην Μυτιλήνη το 2018, ίδρυσα μία Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ), το “Πέλαγο”. Ανοίξαμε με τα μέλη -συνεταίρους μου, μία μουσική σχολή με όργανα παραδοσιακά, με εργαστήρια θεάτρου και ζωγραφικής και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Αρχίσαμε να συμμετέχουμε με τα μουσικά σχήματα που δημιουργήσαμε στο Λεσβιακό Καλοκαίρι και να δίνουμε συναυλίες σε πολλά χωριά του νησιού, οπότε γνώρισα τον κόσμο, τη ζεστασιά, το μεράκι και την καλλιτεχνική του δράση. Παντού έχουν χορούς και τραγούδια που τα γνωρίζουν καλά, γνωρίζουν την παράδοσή τους και τη χαίρονται στο νησί.
Στη Μυτιλήνη είχα εξαιρετικές συνεργασίες με συλλόγους που πραγματοποιούσαν εκδηλώσεις με Μικρασιάτικα τραγούδια, όπως για παράδειγμα με τον Σύλλογο των κατοίκων των συνοικιών Κουλμπάρας και Κιόσκι Μυτιλήνης «Το Κιρκινέτσι». Με πρόεδρο τον Στρατή Μπαλάσκα κάναμε μια πάρα πολύ ωραία συναυλία για την προσφυγιά στο κτήριο της Γραμματείας του Υπουργείου Αιγαίου. Επίσης, συνεργάστηκα με την Εφορία Αρχαιοτήτων Λέσβου για συναυλίες στο πάνω Κάστρο της Μυτιλήνης, όπου έφερα το εξαιρετικό συγκρότημα “Polis Ensemble” από την Αθήνα και στο Τσαρσί Χαμάμ με συναυλία σε ποίηση της Σαπφώς μελοποιημένη από γνωστούς Έλληνες συνθέτες. Επίσης, συνεργάστηκα με τον σύλλογο Μικρασιατών της Σκάλας Λουτρών καθώς και άλλους πολιτιστικούς συλλόγους του νησιού.
Στη συνέχεια με την Κοιν.Σ.Επ πήραμε μια χορηγία από την περιφέρεια Βορείου Αιγαίου και ανοίξαμε το Μεζεδοπωλείο - Μουσική Σκηνή “Πέλαγο” στα Λαδάδικα στη Μυτιλήνη, με τον πολύ καλό φίλο και συνεργάτη μου, τον Νίκο Καξηρή από τον Μεσότοπο. Με αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε, κατά μία έννοια και το όραμα που είχαμε στην Κωνσταντινούπολη και έκλεισε ένας κύκλος. Το νησί με κράτησε στην αγκαλιά του και με βοήθησε να ολοκληρώσω αυτό το έργο, από το ένα νησί στο άλλο, σα δίαυλος μυστικής επικοινωνίας, από τη Χάλκη Πριγκιποννήσων στην Αρχόντισσα του Αιγαίου….. Δυστυχώς κι ενώ η μουσική σχολή πήγαινε πολύ καλά, ήρθε ο Covid με την χαριστική βολή του. Η σχολή έκλεισε, το μεζεδοπωλείο, όμως, παρέμεινε με τη μουσική σκηνή, παρουσιάζοντας διάφορα μουσικά σχήματα του νησιού, συνεχίζοντας την πολιτιστική δράση.
Και εσύ επιστρέφεις στην Ερεσό!
Ακριβώς! Στην Ερεσό περνούσα κυρίως το καλοκαίρι, αλλά αποτόλμησα να μείνω και τον χειμώνα ανακαλύπτοντας την ομορφιά και τον πλούτο της σε όλες τις εποχές. Άρχισα να δίνω μαθήματα Ελληνικών και μαθήματα τραγουδιού σε ξένους/ες που ζουν στην Ερεσό. Φέτος δόθηκε η ευκαιρία με το Φεστιβάλ των Γυναικών τον Σεπτέμβριο και ξεκίνησα μια χορωδία που είχε μεγάλη επιτυχία κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ, οπότε δόθηκε το έναυσμα να συνεχιστεί αυτή η δράση.
Πες μας και λίγα λόγια για τη σχέση σου με τη Γαλλία
Εδώ και τρία χρόνια έχω δημιουργήσει ένα τρίο με δύο Γάλλους μουσικούς τους οποίους γνώρισα στη φιλόξενη Μυτιλήνη. Συμμετείχαν σε μία συναυλία που έγινε στο Δημοτικό Θέατρο, αφιερωμένη στο προσφυγικό, όπου συμμετείχα κι εγώ μαθαίνοντας στους πρόσφυγες Ελληνικά τραγούδια, όπως το «Τι σε μέλλει εσένανε από πού είμαι εγώ» που για μένα που ανήκω στην τρίτη γενιά προσφύγων της Μικρασίας, είναι ο ύμνος του προσφυγικού τραγουδιού. Τους γνώρισα τότε και συνεργαστήκαμε. Έδειξαν μεγάλη επιθυμία, εδώ στην Ερεσό που τους φιλοξένησα, να μάθουν το ρεμπέτικο και την ελληνική μουσική και έτσι αρχίσαμε πρόβες. Σιγά σιγά έμαθαν αυτό το ρεπερτόριο και τώρα πια δίνουμε συναυλίες στην Ευρώπη, στο Βέλγιο, στο Παρίσι και φέτος το καλοκαίρι κάναμε μια επιτυχημένη περιοδεία: Μυτιλήνη, Ερεσό, Σμύρνη και Αϊβαλί. Αυτή η συνεργασία μού είναι πολύτιμη! Πηγαίνω συχνά στο Παρίσι και τα σχέδιά μας για να εξελιχθούμε μουσικά είναι να συνθέσουμε δική μας μουσική, μελοποιώντας τους δικούς μας στίχους, μια σύγχρονη μουσική στηριγμένη στην παράδοση που πάντα είναι πηγή έμπνευσης.
Ως κατακλείδα να αναφέρω πως πριν δυο χρόνια δώρισα το αρχείο του Νικηφόρου Μεταξά στη Μουσική Βιβλιοθήκη “Λίλιαν Βουδούρη” του Μεγάρου Μουσικής στην Αθήνα και τον Φεβρουάριο του 2026 ετοιμάζουμε μεγάλη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής, φόρο τιμής στη μνήμη και το έργο του.
Σε ευχαριστούμε από καρδιάς, Βασιλική
Κι εγώ σας ευχαριστώ!
Website: www.vassilikipapageorgiou.net
YouTube Channel: https://www.youtube.com/user/afrothiti1
Twitter:https://twitter.com/vassimusic
Σχόλια